ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ
ΕΙΜΑΣΤΕ ΔΙΠΛΑ ΣΕ ΚΑΘΕ ΕΛΕΓΧΟΜΕΝΟ
ΦΟΡΟΛΟΓΟΥΜΕΝΟ ΠΑΡΕΧΟΝΤΑΣ
ΕΞΑΤΟΜΙΚΕΥΜΕΝΗ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗ
Η κλήση για έλεγχο από τις φορολογικές αρχές αποτελεί μια πραγματικότητα που αφορά ολοένα και περισσότερους φορολογούμενους. Οι ελεγχόμενοι καλούνται από τις αρμόδιες εφορίες ή από το Κέντρο Ελέγχου Φορολογούμενων Μεγάλου Πλούτου (Κ.Ε.ΦΟ.ΜΕ.Π.) να δικαιολογήσουν τα εισοδήματα που δήλωσαν, τυχόν χρήματα και επενδύσεις που έχουν στο εξωτερικό, τις χρηματικές κινήσεις που πραγματοποιήθηκαν στους τραπεζικούς τους λογαριασμούς, κ.ά. Έρχονται αντιμέτωποι με τους ελεγκτές της φορολογικής Διοίκησης και καλούνται να ανατρέξουν πίσω στον χρόνο και να παρέχουν πληροφορίες για φορολογικά έτη που απέχουν πολλά έτη από το σήμερα.
Η αξιοποίηση των φορολογικών διατάξεων με τέτοιο τρόπο ώστε να επιτυγχάνεται η πληρωμή μικρότερων φόρων θεωρείται από πολλούς μια πρακτική που αφορά μόνο πολυεθνικούς ομίλους εταιριών ή επιχειρηματίες με αμύθητη περιουσία. Η αλήθεια όμως είναι ότι η στρατηγική οργάνωση των οικονομικών στοιχείων είναι χρήσιμη για όλους τους φορολογούμενους, είτε δραστηριοποιούνται επιχειρηματικά, είτε επιθυμούν απλώς να ρυθμίσουν «τα του οίκου τους» με τον βέλτιστο τρόπο. Επίσης, ο φορολογικός σχεδιασμός λειτουργεί και προληπτικά έναντι πιθανών φορολογικών ελέγχων, αφού τα εισοδήματα και η περιουσία του φορολογούμενου δεν αφήνονται «στην τύχη τους», αλλά οργανώνονται μεθοδευμένα με τρόπο νόμιμο και ασφαλή.
Ένας από τους βασικούς τομείς που επηρεάζουν την απόφαση κάποιου να επενδύσει ή να μετεγκατασταθεί σε μια ξένη χώρα είναι το φορολογικό σύστημα της χώρας προορισμού. Ιδίως είναι κρίσιμο να εξεταστεί ποιες είναι οι υποχρέωσεις που επιβάλλονται στους φορολογούμενους και ποιος θα είναι τελικά ο φόρος που θα κληθούν να καταβάλλουν για τα πάσης φύσεως εισοδήματα τους. Για τον λόγο αυτό, τα κράτη προσπαθούν να προσελκύσουν ξένα κεφάλαια και ανθρώπινο δυναμικό και να μειώσουν την εξαγωγή εγχώριων κεφαλαίων σε φορολογικούς παραδείσους μέσω ευνοϊκών φορολογικών ρυθμίσεων που οδηγούν σε πληρωμή μικρότερων φόρων και παρέχουν φορολογικά πλεονεκτήματα στους ξένους επενδυτές.
Η ανάγκη καταστολής της φοροδιαφυγής έχει οδηγήσει τα τελευταία χρόνια σε
εντατικοποίηση των φορολογικών ελέγχων των επιχειρήσεων που λειτουργούν στην Ελλάδα. Οι έλεγχοι είναι πλέον περισσότερο αποτελεσματικοί, αλλά ταυτόχρονα και ασφυκτικοί για τις επιχειρήσεις, αφού οι φορολογικές αρχές (Δ.Ο.Υ., Κ.Ε.ΦΟ.ΜΕ.Π., Κ.Ε.ΜΕ.ΕΠ.) έχουν στη διάθεση τους ισχυρούς μηχανισμούς συλλογής και διασταύρωσης στοιχείων.
Η πολυπλοκότητα και οι συνεχείς τροποποιήσεις των φορολογικών διατάξεων αποτελούν πρόσκομμα για τις επιχειρήσεις που επιθυμούν να οργανώσουν την δραστηριότητά τους με τρόπο νόμιμο και οικονομικά επωφελή. Οι δυσκολίες εντείνονται ακόμα περισσότερο σε περιπτώσεις διασυνοριακών σχέσεων, όταν δηλαδή οι επιχειρήσεις δραστηριοποιούνται εκτός Ελλάδας μέσω θυγατρικών εταιριών και υποκαταστημάτων, ή παρέχουν τις υπηρεσίες και εξάγουν τα προϊόντα τους στο εξωτερικό. Είναι συχνό το φαινόμενο μάλιστα, οι επιχειρηματίες να διαπιστώνουν ότι οι εταιρίες τους είναι υπαίτιες φορολογικών παραβάσεων, την τέλεση των οποίων συχνά αγνοούσαν, και οι οποίες εντοπίζονται από τις φορολογικές αρχές κατά τη διάρκεια έκτακτων ή τακτικών φορολογικών ελέγχων και επισύρουν την πληρωμή υψηλών φόρων και προστίμων.
Κατά τον φορολογικό έλεγχο επιχειρήσεων, προκύπτουν περιπτώσεις που οι αρμόδιοι ελεγκτές αντιμετωπίζουν τα ελεγχόμενα φορολογικά στοιχεία ως εικονικά ή πλαστά. Είτε πρόκειται για τιμολόγια που εξέδωσε η ίδια η ελεγχόμενη επιχείρηση, είτε για τιμολόγια που έλαβε από τρίτους, στις περιπτώσεις αυτές ο νόμιμος εκπρόσωπος της επιχείρησης έρχεται αντιμέτωπος με ποινικές διώξεις και η φορολογούμενη επιχείρηση καλείται να καταβάλει υπέρογκους φόρους και πρόστιμα που συχνά ξεπερνούν την αξία των πλαστών ή εικονικών φορολογικών στοιχείων.
Τα ιδιαιτέρως απαιτητικά ζητήματα του τελωνειακού δικαίου απαιτούν εξειδικευμένο χειρισμό καθώς μπορεί να καταλήξουν σε καταλογισμό υψηλών δασμών, προστίμων και πολλαπλών τελών, και σε επιβολή ποινικών κυρώσεων. Τόσο το εθνικό όσο και το ενωσιακό τελωνειακό νομοθετικό πλαίσιο περιέχουν αυστηρές ρυθμίσεις, και η επιτυχής υπεράσπιση των φερόμενων ως υπαιτίων τελωνειακών παραβάσεων προϋποθέτει ευρεία επιστημονική κατάρτιση σε συνδυασμό με μια πρακτική και ρεαλιστική προσέγγιση.