ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ > ΦΟΡΟΛΟΓΙΑ ΚΑΤΟΙΚΩΝ ΕΞΩΤΕΡΙΚΟΥ

ΦΟΡΟΛΟΓΙΑ ΚΑΤΟΙΚΩΝ ΕΞΩΤΕΡΙΚΟΥ

ΚΑΤΟΙΚΟΙ ΕΞΩΤΕΡΙΚΟΥ

Ένας από τους βασικούς τομείς που επηρεάζουν την απόφαση κάποιου να επενδύσει ή να μετεγκατασταθεί σε μια ξένη χώρα είναι το φορολογικό σύστημα της χώρας προορισμού. Ιδίως είναι κρίσιμο να εξεταστεί ποιες είναι οι υποχρέωσεις που επιβάλλονται στους φορολογούμενους και ποιος θα είναι τελικά ο φόρος που θα κληθούν να καταβάλλουν για τα πάσης φύσεως εισοδήματα τους. Για τον λόγο αυτό, τα κράτη προσπαθούν να προσελκύσουν ξένα κεφάλαια και ανθρώπινο δυναμικό και να μειώσουν την εξαγωγή εγχώριων κεφαλαίων σε φορολογικούς παραδείσους μέσω ευνοϊκών φορολογικών ρυθμίσεων που οδηγούν σε πληρωμή μικρότερων φόρων και παρέχουν φορολογικά πλεονεκτήματα στους ξένους επενδυτές.

Στην Ελλάδα, ειδικά για τους κατοίκους εξωτερικού που επιθυμούν να επενδύσουν ή να μετοικήσουν στη χώρα, παρέχεται μια σειρά φοροελαφρύνσεων στα πρότυπα των σύγχρονων ευρωπαϊκών και αμερικανικών μοντέλων, όπως η νομοθεσία για τους non – domiciled residents, τα family offices, κ.ά. Η Ελλάδα αξιοποιεί τις αναπτυξιακές της δυνατότητες και επιδιώκει μέσω της φορολογίας να καταστεί η βέλτιστη επιλογή για έναν επενδυτή που επιθυμεί να μεγιστοποιήσει τα κέρδη του πληρώνοντας λιγότερους φόρους.

Η προσπάθεια προσέλκυσης και επαναπατρισμού των Ελλήνων που μετανάστευσαν στο εξωτερικό στα χρόνια της οικονομικής κρίσης, οδήγησε επίσης στην νομοθέτηση στοχευμένων φοροαπαλλαγών ως ένα πρώτο βήμα του brain – gain. Οι Έλληνες μετανάστες απαριθμούνται σε πάνω από μισό εκατομμύριο και όσοι επιθυμούν να επιστρέψουν μόνιμα στην Ελλάδα μπορούν να ευνοηθούν από το σημερινό φορολογικό καθεστώς που προβλέπει προνομιακές ρυθμίσεις για την οικονομική τους δραστηριότητα.

Η εταιρία μας παρακολουθεί συστηματικά τις εξελίξεις στην φορολογία και διαθέτει μία άρτια εκπαιδευμένη ομάδα συνεργατών, η οποία παρέχει στρατηγικές συμβουλές για την επιχειρηματική και επενδυτική δραστηριότητα των κατοίκων εξωτερικού που ενδιαφέρονται να επενδύσουν ή να μετοικήσουν στην Ελλάδα.

Συχνές Ερωτήσεις

Οι κάτοικοι του εξωτερικού που μεταφέρουν την φορολογική τους κατοικία για να εργαστούν στην Ελλάδα μπορούν να υπαχθούν στον εναλλακτικό τρόπο φορολόγησης των εισοδημάτων που αποκτούν στην ημεδαπή από μισθωτή εργασία και επιχειρηματική δραστηριότητα (ατομική επιχείρηση).

Στο αρ. 5Γ Ν. 4172/2013 προβλέπεται για τους κατοίκους του εξωτερικού απαλλαγή του 50% του εισοδήματος που προκύπτει στην ημεδαπή από μισθωτή εργασία και επιχειρηματική δραστηριότητα από τον φόρο εισοδήματος και την ειδική εισφορά αλληλεγγύης. Παράλληλα, σύμφωνα με το αρ. 33 περ. ι Ν. 4172/2013, για τα ανωτέρω πρόσωπα προβλέπεται και απαλλαγή από τα τεκμήρια κατοικίας και επιβατικού οχήματος ΙΧ.

Αξίζει να σημειωθεί ότι η εφαρμογή του ευνοϊκού φορολογικού καθεστώτος ισχύει και για τα εισοδήματα που αποκτώνται από τυχόν παράλληλη μισθωτή και επιχειρηματική δραστηριότητα στην Ελλάδα, με αποτέλεσμα τα ευνοημένα φυσικά πρόσωπα να φορολογούνται μονάχα για το 50% των εισοδημάτων που αποκτούν και από τις δύο δραστηριότητες.

Η χρονική ισχύς του εναλλακτικού τρόπου φορολόγησης για τα συγκεκριμένα πρόσωπα είναι 7 φορολογικά έτη από την υπαγωγή τους στο καθεστώς χωρίς δυνατότητα παράτασης.

Παράδειγμα:

Κάτοικος εξωτερικού, άγαμος χωρίς εξαρτώμενα τέκνα, μεταφέρει την φορολογική του κατοικία στην Ελλάδα για να εργαστεί ως μισθωτός σε ημεδαπή εταιρία και λαμβάνει καθαρό ετήσιο εισόδημα από μισθωτή εργασία ύψους 30.000 ευρώ.

Φορολογικό καθεστώς Φορολογικό καθεστώς Γενικές Διατάξεις Εναλλακτικός τρόπος φορολόγησης Διαφορά
Κύριος φόρος 5.483€ 1.283€ 4.200€
Ειδική εισφορά αλληλεγγύης 676€ 66€ 610€
Σύνολο 6.159€ 1.349€ 4.810€

Οι προϋποθέσεις ένταξης ενός φυσικού προσώπου στο ανωτέρω εναλλακτικό φορολογικό καθεστώς, οι οποίες πρέπει να συντρέχουν αθροιστικά, είναι οι εξής:

  • να μην ήταν φορολογικός κάτοικος Ελλάδας τα προηγούμενα πέντε από τα έξι έτη πριν την μεταφορά της φορολογικής του κατοικίας στην Ελλάδα,
  • να μεταφέρει την φορολογική του κατοικία από κράτος – μέλος της ΕΕ ή του ΕΟΧ ή από κράτος με το οποίο ισχύει συμφωνία διοικητικής συνεργασίας στον τομέα της φορολογίας με την Ελλάδα,
  • να παρέχει μισθωτή εργασία σε ημεδαπό νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα είτε σε μόνιμη εγκατάσταση αλλοδαπής επιχείρησης στην Ελλάδα,
  • να δηλώσει ότι θα παραμείνει στην Ελλάδα για τουλάχιστον μία διετία αρχής γενομένης από την 1η Ιανουαρίου του πρώτου έτους υπαγωγής του στο εν λόγω καθεστώς,
  • Ειδικά για την μισθωτή εργασία απαιτείται βεβαίωση του εργοδότη ότι ο νέος εργαζόμενος θα καλύψει μία νέα θέση εργασίας, ενώ για την επιχειρηματική δραστηριότητα να έχει υποβληθεί δήλωση έναρξης εργασιών ατομικής επιχείρησης στην αρμόδια Δ.Ο.Υ.

Όσοι φορολογούμενοι ενδιαφέρονται να εκμεταλλευτούν τις ευνοϊκές διατάξεις του νόμου θα πρέπει να συλλέξουν τα δικαιολογητικά έγγραφα που προβλέπονται στο αρ. 3 της με αρ. Α1087/2021 απόφασης του Υφυπουργού Οικονομικών και του Διοικητή της ΑΑΔΕ και να τα συνυποβάλλουν εμπροθέσμως μαζί με τις σχετικές αιτήσεις στην Διεύθυνση Εναλλακτικής Φορολόγησης Φορολογικών Κατοίκων Ημεδαπής της Δ.Ο.Υ. Κατοίκων Εξωτερικού. Η υποβολή της αίτησης και των δικαιολογητικών πρέπει να γίνει εντός του έτους στο οποίο έγινε η πρόσληψη ή η έναρξη εργασιών και το αργότερο έως την 31η Ιουλίου του έτους αυτού, διαφορετικά η αίτηση, εφόσον γίνει δεκτή, εφαρμόζεται για το επόμενο φορολογικό έτος.

Το σύστημα «Non – domiciled resident», ή, όπως έχει γίνει γνωστό, «Non – Dom», είναι ένας εναλλακτικός τρόπος φορολόγησης που εισήχθη για πρώτη φορά στην Ελλάδα με το αρ. 2 Ν. 4646/2019. Σύμφωνα με αυτόν, ανεξαρτήτως του ύψους των εισοδημάτων του φορολογούμενου, επιβάλλεται σ’ αυτόν ένας πάγιος ετήσιος φόρος, αρκεί να μεταφέρει την φορολογική του κατοικία και να πραγματοποιήσει επενδύσεις στην Ελλάδα.

Συγκεκριμένα, το καθεστώς απευθύνεται σε φυσικά πρόσωπα υψηλής καθαρής θέσης (High Net Worth Individuals), των οποίων η φορολογική υποχρέωση –εφόσον υπαχθούν στην ρύθμιση- διαμορφώνεται ετησίως στο ποσό των 100.000 ευρώ για τα πάσης φύσεως εισοδήματά τους στην αλλοδαπή, ανεξαρτήτως του ύψους τους. Τα εισοδήματα αλλοδαπής προέλευσης δεν αποτυπώνονται στις φορολογικές δηλώσεις στην Ελλάδα καθώς είναι αδιάφορο το ύψος και η αιτία προέλευσης τους, καθιστώντας τα ουσιαστικά ανέλεγκτα από τις ελληνικές φορολογικές αρχές.

Επιπλέον, ο νόμος δίνει το δικαίωμα στα συγγενικά πρόσωπα (σύζυγος, ανιόντες, κατιόντες σε ευθεία γραμμή) του φορολογούμενου, να υπαχθούν κι αυτά στον εναλλακτικό τρόπο φορολόγησης με την πληρωμή επιπλέον ποσού 20.000 ευρώ για έκαστο εξ αυτών, ομοίως ανεξαρτήτως του ύψους των εισοδημάτων τους στην αλλοδαπή. Εξαίρεση αποτελούν τα ανήλικα τέκνα για τα οποία δεν καταβάλλεται φόρος, εφόσον συνοικούν με τον φορολογούμενο.

Με την καταβολή των ανωτέρω ποσών εξαντλείται κάθε φορολογική υποχρέωση των προσώπων που έχουν υπαχθεί στην ρύθμιση για τα εισοδήματα που προκύπτουν στην αλλοδαπή, ενώ προβλέπεται πλήρης απαλλαγή από τον φόρο κληρονομιών ή δωρεών περιουσίας που βρίσκεται στην αλλοδαπή. Ο πάγιος φόρος καταβάλλεται κάθε φορολογικό έτος σε μία δόση μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του Ιουλίου και δεν συμψηφίζεται με άλλες φορολογικές υποχρεώσεις και τυχόν πιστωτικά υπόλοιπα στην ημεδαπή, ή τυχόν φόρους που έχουν καταβληθεί στην αλλοδαπή για τα εισοδήματα αυτά.

Η χρονική ισχύς του εναλλακτικού αυτού τρόπου φορολόγησης είναι δεκαπέντε φορολογικά έτη από την υπαγωγή του φυσικού προσώπου στο καθεστώς, χωρίς δυνατότητα παράτασης. Μετά το πέρας του ανωτέρω διαστήματος, το φυσικό πρόσωπο θα φορολογείται στην Ελλάδα για το παγκόσμιο εισόδημα του σύμφωνα με τις γενικές διατάξεις που ισχύουν για όλους τους φορολογικούς κατοίκους Ελλάδας.

Για την υπαγωγή στο ιδιαιτέρως ευνοϊκό φορολογικό καθεστώς των «Non – Dom», το φυσικό πρόσωπο πρέπει να πληροί αθροιστικά δύο προϋποθέσεις:

  • να μην ήταν φορολογικός κάτοικος Ελλάδας τα προηγούμενα επτά από τα οκτώ χρόνια πριν την μεταφορά της φορολογικής του κατοικίας στην Ελλάδα.
  •  να επενδύσει τουλάχιστον 500.000,00 ευρώ σε ακίνητα ή επιχειρήσεις ή κινητές αξίες ή μετοχές ή μερίδια νομικού προσώπου ή νομικής οντότητας στην Ελλάδα. Μάλιστα, η επένδυση μπορεί να γίνει είτε από τον ίδιο είτε από συγγενικό πρόσωπο είτε μέσω νομικού προσώπου ή νομικής οντότητας στο οποίο ή στην οποία αντίστοιχα, έχει την πλειοψηφία των μετοχών ή μεριδίων. Η εν λόγω επένδυση θα πρέπει να ολοκληρωθεί εντός τριών ετών από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης, ενώ σε προθεσμία έξι μηνών από την λήξη της τριετίας θα πρέπει να προσκομιστούν στοιχεία στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. που θα αποδεικνύουν την πραγμάτωση της επένδυσης. Στην περίπτωση όμως που το αλλοδαπό φυσικό πρόσωπο διατηρεί άδεια διαμονής για επενδυτική δραστηριότητα στην Ελλάδα σύμφωνα με το αρ. 16 Ν. 4251/2014, απαλλάσσεται από την ανωτέρω υποχρέωση και μπορεί να υπαχθεί στην ρύθμιση χωρίς να προβεί στην επένδυση των τουλάχιστον 500.000,00 ευρώ.

Οι επενδυτές που επιθυμούν να υπαχθούν σ’ αυτήν την ρύθμιση δεν πρέπει να ξεχνούν ότι ο κατ΄ αποκοπή φόρος αφορά μονάχα εισοδήματα αλλοδαπής. Έτσι, τα πάσης φύσεως εισοδήματα που αποκτώνται στην Ελλάδα θα φορολογηθούν παράλληλα και σύμφωνα με τις γενικές διατάξεις που ισχύουν για όλους τους φορολογικούς κατοίκους Ελλάδας. Συνεπώς, στην περίπτωση που κάποιος θελήσει να επενδύσει στην ελληνική αγορά ακινήτων με μετέπειτα σκοπό να ασχοληθεί με την εκμίσθωση ακινήτων, εκτός από τον κατ’ αποκοπή φόρο των 100.000,00 ευρώ για τα εισοδήματα που αποκτά στην αλλοδαπή, θα υποχρεωθεί και στο σχετικό φόρο που προβλέπεται για τα εισοδήματα από την εκμίσθωση ακινήτων.

Η αίτηση για την υπαγωγή στον εναλλακτικό τρόπο φορολόγησης μαζί με τα δικαιολογητικά που προβλέπονται στο αρ. 3 της με αρ. Α1036/2020 απόφασης του Υφυπουργού Οικονομικών και του Διοικητή της ΑΑΔΕ υποβάλλονται το αργότερο έως την 31η Μαρτίου του εκάστοτε φορολογικού έτους στην Δ.Ο.Υ. Κατοίκων Εξωτερικού.

Με το αρ. 5Β Ν. 4172/2013 δίνεται η δυνατότητα σε συνταξιούχους του εξωτερικού που μεταφέρουν την φορολογική τους κατοικία στην Ελλάδα να υπαχθούν σε εναλλακτικό τρόπο φορολόγησης για τα πάσης φύσεως εισοδήματα τους στην αλλοδαπή με αυτοτελή συντελεστή 7%. Με την καταβολή του φόρου εξαντλείται κάθε φορολογική υποχρέωση για τα εισοδήματα αυτά και δίνεται έτσι ένα ισχυρό κίνητρο στους συνταξιούχους του εξωτερικού να μετοικήσουν στην Ελλάδα και να εξοικονομήσουν μεγάλα χρηματικά ποσά.

Μάλιστα, αξίζει να σημειωθεί ότι τυχόν φόρος που έχει καταβληθεί από τον φορολογούμενο στην αλλοδαπή για τα εισοδήματα που καλύπτονται από τον εναλλακτικό τρόπο φορολόγησης, συμψηφίζεται με τον φόρο που προσδιορίζεται με βάση τα ανωτέρω, είτε με βάσει τις διατάξεις της πίστωσης του φόρου αλλοδαπής (αρ. 9 Ν. 4172/2013), είτε με βάσει την τυχόν εφαρμοστέα Σύμβαση Αποφυγής Διπλής Φορολογίας.

Αναφορικά με τυχόν εισοδήματα που προκύψουν στην ημεδαπή, αυτά φορολογούνται σύμφωνα με τις γενικές διατάξεις που ισχύουν για όλους τους φορολογικούς κατοίκους Ελλάδας. Επίσης, τυχόν φορολογικές υποχρεώσεις ή πιστωτικά υπόλοιπα από εισοδήματα ημεδαπής δεν συμψηφίζονται με τον φόρο που προκύπτει για τα εισοδήματα που υπάγονται στην εναλλακτική φορολόγηση.

Η χρονικής ισχύς του ανωτέρω εναλλακτικού τρόπου φορολόγησης είναι δεκαπέντε φορολογικά έτη και οι προϋποθέσεις που πρέπει να πληροί αθροιστικά το φυσικό πρόσωπο είναι οι εξής:

  • να μην ήταν φορολογικός κάτοικος Ελλάδας τα προηγούμενα πέντε από τα έξι έτη πριν την μεταφορά της φορολογικής του κατοικίας στην Ελλάδα
  • να μεταφέρει την φορολογική του κατοικία από κράτος με το οποίο είναι σε ισχύ συμφωνία διοικητικής συνεργασίας στον τομέα φορολογίας με την Ελλάδα
  • να μην έχει υπαχθεί σε καθεστώς φορολόγησης Non-Dom στην Ελλάδα

Η αίτηση μεταφοράς της φορολογικής κατοικίας στην Ελλάδα με υπαγωγή στον εναλλακτικό τρόπο φορολόγησης υποβάλλεται στην Δ.Ο.Υ. Κατοίκων Εξωτερικού μαζί με τα δικαιολογητικά που ορίζονται στο αρ. 3 της με αρ. Α1217/2020 απόφασης του Υφυπουργού Οικονομικών και του Διοικητή της ΑΑΔΕ έως την 31η Μαρτίου του εκάστοτε φορολογικού έτους.

Οι φορολογικοί κάτοικοι Ελλάδος φορολογούνται στην Ελλάδα για το παγκόσμιο εισόδημά τους, το οποίο και οφείλουν να δηλώνουν (αρ. 3 Κ.Φ.Ε.). Εφόσον λοιπόν εισάγουν στη χώρα χρήματα για την πραγματοποίηση επενδύσεων, θα πρέπει να είναι σε θέση να αποδείξουν την προέλευση τους.

Μάλιστα, η Ελλάδα θα έχει δικαίωμα ελέγχου του παγκόσμιου εισοδήματός τους και όχι μόνο του μέρους του εισοδήματος που τυχόν εισάγεται στην χώρα. Σημειώνεται ότι στο πλαίσιο συνεργασίας της Α.Α.Δ.Ε. με τις αντίστοιχες αρχές του εξωτερικού, η διασταύρωση τραπεζικών και φορολογικών στοιχείων είναι πλέον ιδιαιτέρως ευχερής και, ως εκ τούτου, ομοίως ευχερώς δύναται να αποκαλυφθεί τυχόν φοροδιαφυγή.

Είναι κρίσιμο να διευκρινιστεί ότι ακόμα και για χρήματα που αποκτήθηκαν στην αλλοδαπή όσο ο αποκτών ήταν φορολογικός κάτοικος αλλοδαπής, όσο δηλαδή η Ελλάδα δεν είχε ακόμα δικαίωμα ελέγχου και φορολόγησης, μετά την μεταφορά τους στην Ελλάδα διατηρείται η υποχρέωση δικαιολόγησης της ροής των χρημάτων. Δηλαδή, πλέον η Ελλάδα θα μπορεί να ελέγξει την νόμιμη απόκτηση των χρημάτων ακόμα κι αν δεν είναι σε θέση να επιβάλει πρόστιμα και διοικητικές κυρώσεις, σύμφωνα με τις διατάξεις για την πρόληψη και καταστολή της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας (Ν.4557/2018 που ενσωμάτωσε στην ελληνική νομοθεσία την Οδηγία 2015/849/EE).

Για να μπορεί κάποιος να μεταφέρει την φορολογική του κατοικία στο εξωτερικό πρέπει να μην πληροί ένα από τα κριτήρια που προβλέπονται στο αρ. 4 Ν. 4172/2013, στο οποίο ορίζονται οι φορολογικοί κάτοικοι Ελλάδας.

Συγκεκριμένα, ο ενδιαφερόμενος δεν πρέπει:

  • να έχει στην Ελλάδα την μόνιμη ή κύρια κατοικία του ή τη συνήθη διαμονή του ή το κέντρο των ζωτικών του συμφερόντων δηλαδή τους προσωπικούς και οικονομικούς του δεσμούς
  • να είναι προξενικός, διπλωματικός ή δημόσιος λειτουργός παρόμοιου καθεστώτος ή δημόσιος υπάλληλος που έχει ελληνική ιθαγένεια και υπηρετεί στην αλλοδαπή
  •  να βρίσκεται στην Ελλάδα για χρονικό διάστημα που υπερβαίνει τις 183 ημέρες αθροιστικά μέσα σε μία δωδεκάμηνη περίοδο.

Εφόσον δεν πληρούνται τα ανωτέρω κριτήρια, ο ενδιαφερόμενος δύναται να μεταφέρει την φορολογική του κατοικία στο εξωτερικό και η διαδικασία που πρέπει να ακολουθήσει έχει ως εξής:

Ο φορολογούμενος οφείλει να υποβάλει στην Δ.Ο.Υ. όπου ανήκει τις σχετικές αιτήσεις (έντυπα Μ0, Μ1, Μ7) οι οποίες χορηγούνται από την Δ.Ο.Υ. καθώς και να ορίσει φορολογικό εκπρόσωπο στην Ελλάδα προσκομίζοντας έγγραφη δήλωσή του με βεβαιωμένο το γνήσιο της υπογραφής. Τα ανωτέρω πρέπει να υποβληθούν το αργότερο έως την τελευταία εργάσιμη ημέρα του πρώτου δεκαημέρου του Μαρτίου του φορολογικού έτους που ακολουθεί το φορολογικό έτος αναχώρησης. Δηλαδή, αν ο φορολογούμενος αναχωρήσει για το εξωτερικό το 2022, πρέπει να υποβάλει τα ανωτέρω έως τις 10 Μαρτίου του 2023.

Περαιτέρω, ο φορολογούμενος πρέπει να προσκομίσει το αργότερο έως την τελευταία εργάσιμη ημέρα του πρώτου δεκαημέρου του Σεπτεμβρίου του φορολογικού έτους που ακολουθεί το φορολογικό έτος αναχώρησης (στο παράδειγμά μας έως τις 10 Σεπτεμβρίου του 2023) τα δικαιολογητικά που προβλέπονται στις παραγράφους 2 και 3 της ΠΟΛ 1201/2017.

Η Δ.Ο.Υ. υποχρεούται να αποφανθεί σχετικά με την πληρότητα και επάρκεια του φακέλου εντός δύο (2) μηνών από την ημερομηνία υποβολής των δικαιολογητικών των παραγράφων 2 και 3 της ΠΟΛ 1201/2017.

Σε περίπτωση που η αίτηση και τα δικαιολογητικά υποβληθούν εμπρόθεσμα και κριθούν πλήρη και επαρκή από την Φορολογική Διοίκηση ο φορολογούμενος θεωρείται φορολογικός κάτοικος εξωτερικού. Ως ημερομηνία μεταβολής θεωρείται η αναγραφόμενη από τον φορολογούμενο στο έντυπο Μ1. Η βεβαίωση μεταβολής κοινοποιείται στον φορολογικό εκπρόσωπο. Ο φορολογούμενος, εφόσον είναι υπόχρεος σε υποβολή δήλωσης φορολογίας εισοδήματος στην Ελλάδα, δύναται να την υποβάλει ως φορολογικός κάτοικος εξωτερικού το αργότερο μέχρι τη λήξη του φορολογικού έτους που ακολουθεί το έτος αναχώρησης.

Ωστόσο, επειδή η ελληνική φορολογική αρχή δύναται να προβεί και σε εκ των υστέρων έλεγχο σχετικά με το αν ο φορολογούμενος είναι στην πραγματικότητα φορολογικός κάτοικος Ελλάδας ή όχι (π.χ. για το αν αυτός έχει την κύρια κατοικία του ή διαμένει στην Ελλάδα για πάνω από 183 ημέρες), εκείνος οφείλει να διατηρεί όλα τα δικαιολογητικά που αποδεικνύουν την φορολογική του κατοικία στην αλλοδαπή.

Πολλές είναι οι περιπτώσεις φυσικών προσώπων που μεταναστεύουν στο εξωτερικό, κυρίως για εργασιακούς λόγους, παραλείποντας να δηλώσουν την μεταφορά της φορολογικής τους κατοικίας στις ελληνικές φορολογικές αρχές.

Η παράλειψη αυτή έχει ως αποτέλεσμα τα πρόσωπα αυτά να εξακολουθούν να θεωρούνται φορολογικοί κάτοικοι Ελλάδος, οι οποίοι φορολογούνται για το παγκόσμιο εισόδημα τους στην Ελλάδα (αρ. 3 Ν. 4172/2013) παρόλο που η κύρια κατοικία τους και το κέντρο των ζωτικών τους συμφερόντων βρίσκεται πλέον στην αλλοδαπή.

Αυτό πρακτικά μπορεί να οδηγήσει σε γραφειοκρατικά προβλήματα με τις αλλοδαπές και τις ελληνικές φορολογικές αρχές και να κοστίσει χρήματα που θα μπορούσαν να έχουν αποφευχθεί. Συγκεκριμένα, σε περίπτωση ελέγχου από τις αλλοδαπές φορολογικές αρχές, το φυσικό πρόσωπο ενδέχεται να χαρακτηριστεί ως φορολογικός κάτοικος αλλοδαπής, επισύροντάς του τις κυρώσεις που ενδεχομένως προβλέπονται στην αλλοδαπή νομοθεσία. Από την άλλη, ο φορολογούμενος προκειμένου να αποφύγει την διπλή φορολόγηση του εισοδήματος του θα πρέπει να προσκομίσει στις ελληνικές φορολογικές αρχές τα δικαιολογητικά που προβλέπονται στην ΠΟΛ 1026/2014, ούτως ώστε να συμψηφίσει ή να απαλλαγεί από το φόρο (ανάλογα αν υπάρχει ή όχι Σύμβαση Αποφυγής Διπλής Φορολογίας) που θα καλούνταν να καταβάλλει στην Ελλάδα για τα ίδια εισοδήματα.

Το πρόβλημα γίνεται πιο περίπλοκο στην περίπτωση που ο φορολογούμενος δεν δηλώσει τα εισοδήματα αλλοδαπής στις φορολογικής του δηλώσεις προς τις ελληνικές φορολογικές αρχές. Σε αυτή την περίπτωση, ο φορολογούμενος ενδέχεται να βρεθεί αντιμέτωπος με τον κίνδυνο αδυναμίας κάλυψης των τεκμηρίων διαβίωσης και απόκτησης περιουσιακών στοιχείων καθώς δεν θα εμφανίζει εισοδήματα αρκετά για να καλύψει τα τεκμήρια π.χ. κατοικίας που διαθέτει ή θέλει να αποκτήσει στην Ελλάδα.

Συχνές Ερωτήσεις

ΚΑΤΟΙΚΟΙ ΕΞΩΤΕΡΙΚΟΥ

Ένας από τους βασικούς τομείς που επηρεάζουν την απόφαση κάποιου να επενδύσει ή να μετεγκατασταθεί σε μια ξένη χώρα είναι το φορολογικό σύστημα της χώρας προορισμού. Ιδίως είναι κρίσιμο να εξεταστεί ποιες είναι οι υποχρέωσεις που επιβάλλονται στους φορολογούμενους και ποιος θα είναι τελικά ο φόρος που θα κληθούν να καταβάλλουν για τα πάσης φύσεως εισοδήματα τους. Για τον λόγο αυτό, τα κράτη προσπαθούν να προσελκύσουν ξένα κεφάλαια και ανθρώπινο δυναμικό και να μειώσουν την εξαγωγή εγχώριων κεφαλαίων σε φορολογικούς παραδείσους μέσω ευνοϊκών φορολογικών ρυθμίσεων που οδηγούν σε πληρωμή μικρότερων φόρων και παρέχουν φορολογικά πλεονεκτήματα στους ξένους επενδυτές.

Στην Ελλάδα, ειδικά για τους κατοίκους εξωτερικού που επιθυμούν να επενδύσουν ή να μετοικήσουν στη χώρα, παρέχεται μια σειρά φοροελαφρύνσεων στα πρότυπα των σύγχρονων ευρωπαϊκών και αμερικανικών μοντέλων, όπως η νομοθεσία για τους non – domiciled residents, τα family offices, κ.ά. Η Ελλάδα αξιοποιεί τις αναπτυξιακές της δυνατότητες και επιδιώκει μέσω της φορολογίας να καταστεί η βέλτιστη επιλογή για έναν επενδυτή που επιθυμεί να μεγιστοποιήσει τα κέρδη του πληρώνοντας λιγότερους φόρους.

Η προσπάθεια προσέλκυσης και επαναπατρισμού των Ελλήνων που μετανάστευσαν στο εξωτερικό στα χρόνια της οικονομικής κρίσης, οδήγησε επίσης στην νομοθέτηση στοχευμένων φοροαπαλλαγών ως ένα πρώτο βήμα του brain – gain. Οι Έλληνες μετανάστες απαριθμούνται σε πάνω από μισό εκατομμύριο και όσοι επιθυμούν να επιστρέψουν μόνιμα στην Ελλάδα μπορούν να ευνοηθούν από το σημερινό φορολογικό καθεστώς που προβλέπει προνομιακές ρυθμίσεις για την οικονομική τους δραστηριότητα.

Η εταιρία μας παρακολουθεί συστηματικά τις εξελίξεις στην φορολογία και διαθέτει μία άρτια εκπαιδευμένη ομάδα συνεργατών, η οποία παρέχει στρατηγικές συμβουλές για την επιχειρηματική και επενδυτική δραστηριότητα των κατοίκων εξωτερικού που ενδιαφέρονται να επενδύσουν ή να μετοικήσουν στην Ελλάδα.

Συχνές Ερωτήσεις

Οι κάτοικοι του εξωτερικού που μεταφέρουν την φορολογική τους κατοικία για να εργαστούν στην Ελλάδα μπορούν να υπαχθούν στον εναλλακτικό τρόπο φορολόγησης των εισοδημάτων που αποκτούν στην ημεδαπή από μισθωτή εργασία και επιχειρηματική δραστηριότητα (ατομική επιχείρηση).

Στο αρ. 5Γ Ν. 4172/2013 προβλέπεται για τους κατοίκους του εξωτερικού απαλλαγή του 50% του εισοδήματος που προκύπτει στην ημεδαπή από μισθωτή εργασία και επιχειρηματική δραστηριότητα από τον φόρο εισοδήματος και την ειδική εισφορά αλληλεγγύης. Παράλληλα, σύμφωνα με το αρ. 33 περ. ι Ν. 4172/2013, για τα ανωτέρω πρόσωπα προβλέπεται και απαλλαγή από τα τεκμήρια κατοικίας και επιβατικού οχήματος ΙΧ.

Αξίζει να σημειωθεί ότι η εφαρμογή του ευνοϊκού φορολογικού καθεστώτος ισχύει και για τα εισοδήματα που αποκτώνται από τυχόν παράλληλη μισθωτή και επιχειρηματική δραστηριότητα στην Ελλάδα, με αποτέλεσμα τα ευνοημένα φυσικά πρόσωπα να φορολογούνται μονάχα για το 50% των εισοδημάτων που αποκτούν και από τις δύο δραστηριότητες.

Η χρονική ισχύς του εναλλακτικού τρόπου φορολόγησης για τα συγκεκριμένα πρόσωπα είναι 7 φορολογικά έτη από την υπαγωγή τους στο καθεστώς χωρίς δυνατότητα παράτασης.

Παράδειγμα:

Κάτοικος εξωτερικού, άγαμος χωρίς εξαρτώμενα τέκνα, μεταφέρει την φορολογική του κατοικία στην Ελλάδα για να εργαστεί ως μισθωτός σε ημεδαπή εταιρία και λαμβάνει καθαρό ετήσιο εισόδημα από μισθωτή εργασία ύψους 30.000 ευρώ.

Φορολογικό καθεστώς Φορολογικό καθεστώς Γενικές Διατάξεις Εναλλακτικός τρόπος φορολόγησης Διαφορά
Κύριος φόρος 5.483€ 1.283€ 4.200€
Ειδική εισφορά αλληλεγγύης 676€ 66€ 610€
Σύνολο 6.159€ 1.349€ 4.810€

Οι προϋποθέσεις ένταξης ενός φυσικού προσώπου στο ανωτέρω εναλλακτικό φορολογικό καθεστώς, οι οποίες πρέπει να συντρέχουν αθροιστικά, είναι οι εξής:

  • να μην ήταν φορολογικός κάτοικος Ελλάδας τα προηγούμενα πέντε από τα έξι έτη πριν την μεταφορά της φορολογικής του κατοικίας στην Ελλάδα,
  • να μεταφέρει την φορολογική του κατοικία από κράτος – μέλος της ΕΕ ή του ΕΟΧ ή από κράτος με το οποίο ισχύει συμφωνία διοικητικής συνεργασίας στον τομέα της φορολογίας με την Ελλάδα,
  • να παρέχει μισθωτή εργασία σε ημεδαπό νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα είτε σε μόνιμη εγκατάσταση αλλοδαπής επιχείρησης στην Ελλάδα,
  • να δηλώσει ότι θα παραμείνει στην Ελλάδα για τουλάχιστον μία διετία αρχής γενομένης από την 1η Ιανουαρίου του πρώτου έτους υπαγωγής του στο εν λόγω καθεστώς,
  • Ειδικά για την μισθωτή εργασία απαιτείται βεβαίωση του εργοδότη ότι ο νέος εργαζόμενος θα καλύψει μία νέα θέση εργασίας, ενώ για την επιχειρηματική δραστηριότητα να έχει υποβληθεί δήλωση έναρξης εργασιών ατομικής επιχείρησης στην αρμόδια Δ.Ο.Υ.

Όσοι φορολογούμενοι ενδιαφέρονται να εκμεταλλευτούν τις ευνοϊκές διατάξεις του νόμου θα πρέπει να συλλέξουν τα δικαιολογητικά έγγραφα που προβλέπονται στο αρ. 3 της με αρ. Α1087/2021 απόφασης του Υφυπουργού Οικονομικών και του Διοικητή της ΑΑΔΕ και να τα συνυποβάλλουν εμπροθέσμως μαζί με τις σχετικές αιτήσεις στην Διεύθυνση Εναλλακτικής Φορολόγησης Φορολογικών Κατοίκων Ημεδαπής της Δ.Ο.Υ. Κατοίκων Εξωτερικού. Η υποβολή της αίτησης και των δικαιολογητικών πρέπει να γίνει εντός του έτους στο οποίο έγινε η πρόσληψη ή η έναρξη εργασιών και το αργότερο έως την 31η Ιουλίου του έτους αυτού, διαφορετικά η αίτηση, εφόσον γίνει δεκτή, εφαρμόζεται για το επόμενο φορολογικό έτος.

Το σύστημα «Non – domiciled resident», ή, όπως έχει γίνει γνωστό, «Non – Dom», είναι ένας εναλλακτικός τρόπος φορολόγησης που εισήχθη για πρώτη φορά στην Ελλάδα με το αρ. 2 Ν. 4646/2019. Σύμφωνα με αυτόν, ανεξαρτήτως του ύψους των εισοδημάτων του φορολογούμενου, επιβάλλεται σ’ αυτόν ένας πάγιος ετήσιος φόρος, αρκεί να μεταφέρει την φορολογική του κατοικία και να πραγματοποιήσει επενδύσεις στην Ελλάδα.

Συγκεκριμένα, το καθεστώς απευθύνεται σε φυσικά πρόσωπα υψηλής καθαρής θέσης (High Net Worth Individuals), των οποίων η φορολογική υποχρέωση –εφόσον υπαχθούν στην ρύθμιση- διαμορφώνεται ετησίως στο ποσό των 100.000 ευρώ για τα πάσης φύσεως εισοδήματά τους στην αλλοδαπή, ανεξαρτήτως του ύψους τους. Τα εισοδήματα αλλοδαπής προέλευσης δεν αποτυπώνονται στις φορολογικές δηλώσεις στην Ελλάδα καθώς είναι αδιάφορο το ύψος και η αιτία προέλευσης τους, καθιστώντας τα ουσιαστικά ανέλεγκτα από τις ελληνικές φορολογικές αρχές.

Επιπλέον, ο νόμος δίνει το δικαίωμα στα συγγενικά πρόσωπα (σύζυγος, ανιόντες, κατιόντες σε ευθεία γραμμή) του φορολογούμενου, να υπαχθούν κι αυτά στον εναλλακτικό τρόπο φορολόγησης με την πληρωμή επιπλέον ποσού 20.000 ευρώ για έκαστο εξ αυτών, ομοίως ανεξαρτήτως του ύψους των εισοδημάτων τους στην αλλοδαπή. Εξαίρεση αποτελούν τα ανήλικα τέκνα για τα οποία δεν καταβάλλεται φόρος, εφόσον συνοικούν με τον φορολογούμενο.

Με την καταβολή των ανωτέρω ποσών εξαντλείται κάθε φορολογική υποχρέωση των προσώπων που έχουν υπαχθεί στην ρύθμιση για τα εισοδήματα που προκύπτουν στην αλλοδαπή, ενώ προβλέπεται πλήρης απαλλαγή από τον φόρο κληρονομιών ή δωρεών περιουσίας που βρίσκεται στην αλλοδαπή. Ο πάγιος φόρος καταβάλλεται κάθε φορολογικό έτος σε μία δόση μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του Ιουλίου και δεν συμψηφίζεται με άλλες φορολογικές υποχρεώσεις και τυχόν πιστωτικά υπόλοιπα στην ημεδαπή, ή τυχόν φόρους που έχουν καταβληθεί στην αλλοδαπή για τα εισοδήματα αυτά.

Η χρονική ισχύς του εναλλακτικού αυτού τρόπου φορολόγησης είναι δεκαπέντε φορολογικά έτη από την υπαγωγή του φυσικού προσώπου στο καθεστώς, χωρίς δυνατότητα παράτασης. Μετά το πέρας του ανωτέρω διαστήματος, το φυσικό πρόσωπο θα φορολογείται στην Ελλάδα για το παγκόσμιο εισόδημα του σύμφωνα με τις γενικές διατάξεις που ισχύουν για όλους τους φορολογικούς κατοίκους Ελλάδας.

Για την υπαγωγή στο ιδιαιτέρως ευνοϊκό φορολογικό καθεστώς των «Non – Dom», το φυσικό πρόσωπο πρέπει να πληροί αθροιστικά δύο προϋποθέσεις:

  • να μην ήταν φορολογικός κάτοικος Ελλάδας τα προηγούμενα επτά από τα οκτώ χρόνια πριν την μεταφορά της φορολογικής του κατοικίας στην Ελλάδα.
  • να επενδύσει τουλάχιστον 500.000,00 ευρώ σε ακίνητα ή επιχειρήσεις ή κινητές αξίες ή μετοχές ή μερίδια νομικού προσώπου ή νομικής οντότητας στην Ελλάδα. Μάλιστα, η επένδυση μπορεί να γίνει είτε από τον ίδιο είτε από συγγενικό πρόσωπο είτε μέσω νομικού προσώπου ή νομικής οντότητας στο οποίο ή στην οποία αντίστοιχα, έχει την πλειοψηφία των μετοχών ή μεριδίων. Η εν λόγω επένδυση θα πρέπει να ολοκληρωθεί εντός τριών ετών από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης, ενώ σε προθεσμία έξι μηνών από την λήξη της τριετίας θα πρέπει να προσκομιστούν στοιχεία στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. που θα αποδεικνύουν την πραγμάτωση της επένδυσης. Στην περίπτωση όμως που το αλλοδαπό φυσικό πρόσωπο διατηρεί άδεια διαμονής για επενδυτική δραστηριότητα στην Ελλάδα σύμφωνα με το αρ. 16 Ν. 4251/2014, απαλλάσσεται από την ανωτέρω υποχρέωση και μπορεί να υπαχθεί στην ρύθμιση χωρίς να προβεί στην επένδυση των τουλάχιστον 500.000,00 ευρώ.

Οι επενδυτές που επιθυμούν να υπαχθούν σ’ αυτήν την ρύθμιση δεν πρέπει να ξεχνούν ότι ο κατ΄ αποκοπή φόρος αφορά μονάχα εισοδήματα αλλοδαπής. Έτσι, τα πάσης φύσεως εισοδήματα που αποκτώνται στην Ελλάδα θα φορολογηθούν παράλληλα και σύμφωνα με τις γενικές διατάξεις που ισχύουν για όλους τους φορολογικούς κατοίκους Ελλάδας. Συνεπώς, στην περίπτωση που κάποιος θελήσει να επενδύσει στην ελληνική αγορά ακινήτων με μετέπειτα σκοπό να ασχοληθεί με την εκμίσθωση ακινήτων, εκτός από τον κατ’ αποκοπή φόρο των 100.000,00 ευρώ για τα εισοδήματα που αποκτά στην αλλοδαπή, θα υποχρεωθεί και στο σχετικό φόρο που προβλέπεται για τα εισοδήματα από την εκμίσθωση ακινήτων.

Η αίτηση για την υπαγωγή στον εναλλακτικό τρόπο φορολόγησης μαζί με τα δικαιολογητικά που προβλέπονται στο αρ. 3 της με αρ. Α1036/2020 απόφασης του Υφυπουργού Οικονομικών και του Διοικητή της ΑΑΔΕ υποβάλλονται το αργότερο έως την 31η Μαρτίου του εκάστοτε φορολογικού έτους στην Δ.Ο.Υ. Κατοίκων Εξωτερικού.

Με το αρ. 5Β Ν. 4172/2013 δίνεται η δυνατότητα σε συνταξιούχους του εξωτερικού που μεταφέρουν την φορολογική τους κατοικία στην Ελλάδα να υπαχθούν σε εναλλακτικό τρόπο φορολόγησης για τα πάσης φύσεως εισοδήματα τους στην αλλοδαπή με αυτοτελή συντελεστή 7%. Με την καταβολή του φόρου εξαντλείται κάθε φορολογική υποχρέωση για τα εισοδήματα αυτά και δίνεται έτσι ένα ισχυρό κίνητρο στους συνταξιούχους του εξωτερικού να μετοικήσουν στην Ελλάδα και να εξοικονομήσουν μεγάλα χρηματικά ποσά.

Μάλιστα, αξίζει να σημειωθεί ότι τυχόν φόρος που έχει καταβληθεί από τον φορολογούμενο στην αλλοδαπή για τα εισοδήματα που καλύπτονται από τον εναλλακτικό τρόπο φορολόγησης, συμψηφίζεται με τον φόρο που προσδιορίζεται με βάση τα ανωτέρω, είτε με βάσει τις διατάξεις της πίστωσης του φόρου αλλοδαπής (αρ. 9 Ν. 4172/2013), είτε με βάσει την τυχόν εφαρμοστέα Σύμβαση Αποφυγής Διπλής Φορολογίας.

Αναφορικά με τυχόν εισοδήματα που προκύψουν στην ημεδαπή, αυτά φορολογούνται σύμφωνα με τις γενικές διατάξεις που ισχύουν για όλους τους φορολογικούς κατοίκους Ελλάδας. Επίσης, τυχόν φορολογικές υποχρεώσεις ή πιστωτικά υπόλοιπα από εισοδήματα ημεδαπής δεν συμψηφίζονται με τον φόρο που προκύπτει για τα εισοδήματα που υπάγονται στην εναλλακτική φορολόγηση.

Η χρονικής ισχύς του ανωτέρω εναλλακτικού τρόπου φορολόγησης είναι δεκαπέντε φορολογικά έτη και οι προϋποθέσεις που πρέπει να πληροί αθροιστικά το φυσικό πρόσωπο είναι οι εξής:

  • να μην ήταν φορολογικός κάτοικος Ελλάδας τα προηγούμενα πέντε από τα έξι έτη πριν την μεταφορά της φορολογικής του κατοικίας στην Ελλάδα
  • να μεταφέρει την φορολογική του κατοικία από κράτος με το οποίο είναι σε ισχύ συμφωνία διοικητικής συνεργασίας στον τομέα φορολογίας με την Ελλάδα
  • να μην έχει υπαχθεί σε καθεστώς φορολόγησης Non-Dom στην Ελλάδα

Η αίτηση μεταφοράς της φορολογικής κατοικίας στην Ελλάδα με υπαγωγή στον εναλλακτικό τρόπο φορολόγησης υποβάλλεται στην Δ.Ο.Υ. Κατοίκων Εξωτερικού μαζί με τα δικαιολογητικά που ορίζονται στο αρ. 3 της με αρ. Α1217/2020 απόφασης του Υφυπουργού Οικονομικών και του Διοικητή της ΑΑΔΕ έως την 31η Μαρτίου του εκάστοτε φορολογικού έτους.

Οι φορολογικοί κάτοικοι Ελλάδος φορολογούνται στην Ελλάδα για το παγκόσμιο εισόδημά τους, το οποίο και οφείλουν να δηλώνουν (αρ. 3 Κ.Φ.Ε.). Εφόσον λοιπόν εισάγουν στη χώρα χρήματα για την πραγματοποίηση επενδύσεων, θα πρέπει να είναι σε θέση να αποδείξουν την προέλευση τους.

Μάλιστα, η Ελλάδα θα έχει δικαίωμα ελέγχου του παγκόσμιου εισοδήματός τους και όχι μόνο του μέρους του εισοδήματος που τυχόν εισάγεται στην χώρα. Σημειώνεται ότι στο πλαίσιο συνεργασίας της Α.Α.Δ.Ε. με τις αντίστοιχες αρχές του εξωτερικού, η διασταύρωση τραπεζικών και φορολογικών στοιχείων είναι πλέον ιδιαιτέρως ευχερής και, ως εκ τούτου, ομοίως ευχερώς δύναται να αποκαλυφθεί τυχόν φοροδιαφυγή.

Είναι κρίσιμο να διευκρινιστεί ότι ακόμα και για χρήματα που αποκτήθηκαν στην αλλοδαπή όσο ο αποκτών ήταν φορολογικός κάτοικος αλλοδαπής, όσο δηλαδή η Ελλάδα δεν είχε ακόμα δικαίωμα ελέγχου και φορολόγησης, μετά την μεταφορά τους στην Ελλάδα διατηρείται η υποχρέωση δικαιολόγησης της ροής των χρημάτων. Δηλαδή, πλέον η Ελλάδα θα μπορεί να ελέγξει την νόμιμη απόκτηση των χρημάτων ακόμα κι αν δεν είναι σε θέση να επιβάλει πρόστιμα και διοικητικές κυρώσεις, σύμφωνα με τις διατάξεις για την πρόληψη και καταστολή της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας (Ν.4557/2018 που ενσωμάτωσε στην ελληνική νομοθεσία την Οδηγία 2015/849/EE).

Για να μπορεί κάποιος να μεταφέρει την φορολογική του κατοικία στο εξωτερικό πρέπει να μην πληροί ένα από τα κριτήρια που προβλέπονται στο αρ. 4 Ν. 4172/2013, στο οποίο ορίζονται οι φορολογικοί κάτοικοι Ελλάδας.

Συγκεκριμένα, ο ενδιαφερόμενος δεν πρέπει:

  • να έχει στην Ελλάδα την μόνιμη ή κύρια κατοικία του ή τη συνήθη διαμονή του ή το κέντρο των ζωτικών του συμφερόντων δηλαδή τους προσωπικούς και οικονομικούς του δεσμούς
  • να είναι προξενικός, διπλωματικός ή δημόσιος λειτουργός παρόμοιου καθεστώτος ή δημόσιος υπάλληλος που έχει ελληνική ιθαγένεια και υπηρετεί στην αλλοδαπή
  •  να βρίσκεται στην Ελλάδα για χρονικό διάστημα που υπερβαίνει τις 183 ημέρες αθροιστικά μέσα σε μία δωδεκάμηνη περίοδο.

Εφόσον δεν πληρούνται τα ανωτέρω κριτήρια, ο ενδιαφερόμενος δύναται να μεταφέρει την φορολογική του κατοικία στο εξωτερικό και η διαδικασία που πρέπει να ακολουθήσει έχει ως εξής:

Ο φορολογούμενος οφείλει να υποβάλει στην Δ.Ο.Υ. όπου ανήκει τις σχετικές αιτήσεις (έντυπα Μ0, Μ1, Μ7) οι οποίες χορηγούνται από την Δ.Ο.Υ. καθώς και να ορίσει φορολογικό εκπρόσωπο στην Ελλάδα προσκομίζοντας έγγραφη δήλωσή του με βεβαιωμένο το γνήσιο της υπογραφής. Τα ανωτέρω πρέπει να υποβληθούν το αργότερο έως την τελευταία εργάσιμη ημέρα του πρώτου δεκαημέρου του Μαρτίου του φορολογικού έτους που ακολουθεί το φορολογικό έτος αναχώρησης. Δηλαδή, αν ο φορολογούμενος αναχωρήσει για το εξωτερικό το 2022, πρέπει να υποβάλει τα ανωτέρω έως τις 10 Μαρτίου του 2023.

Περαιτέρω, ο φορολογούμενος πρέπει να προσκομίσει το αργότερο έως την τελευταία εργάσιμη ημέρα του πρώτου δεκαημέρου του Σεπτεμβρίου του φορολογικού έτους που ακολουθεί το φορολογικό έτος αναχώρησης (στο παράδειγμά μας έως τις 10 Σεπτεμβρίου του 2023) τα δικαιολογητικά που προβλέπονται στις παραγράφους 2 και 3 της ΠΟΛ 1201/2017.

Η Δ.Ο.Υ. υποχρεούται να αποφανθεί σχετικά με την πληρότητα και επάρκεια του φακέλου εντός δύο (2) μηνών από την ημερομηνία υποβολής των δικαιολογητικών των παραγράφων 2 και 3 της ΠΟΛ 1201/2017.

Σε περίπτωση που η αίτηση και τα δικαιολογητικά υποβληθούν εμπρόθεσμα και κριθούν πλήρη και επαρκή από την Φορολογική Διοίκηση ο φορολογούμενος θεωρείται φορολογικός κάτοικος εξωτερικού. Ως ημερομηνία μεταβολής θεωρείται η αναγραφόμενη από τον φορολογούμενο στο έντυπο Μ1. Η βεβαίωση μεταβολής κοινοποιείται στον φορολογικό εκπρόσωπο. Ο φορολογούμενος, εφόσον είναι υπόχρεος σε υποβολή δήλωσης φορολογίας εισοδήματος στην Ελλάδα, δύναται να την υποβάλει ως φορολογικός κάτοικος εξωτερικού το αργότερο μέχρι τη λήξη του φορολογικού έτους που ακολουθεί το έτος αναχώρησης.

Ωστόσο, επειδή η ελληνική φορολογική αρχή δύναται να προβεί και σε εκ των υστέρων έλεγχο σχετικά με το αν ο φορολογούμενος είναι στην πραγματικότητα φορολογικός κάτοικος Ελλάδας ή όχι (π.χ. για το αν αυτός έχει την κύρια κατοικία του ή διαμένει στην Ελλάδα για πάνω από 183 ημέρες), εκείνος οφείλει να διατηρεί όλα τα δικαιολογητικά που αποδεικνύουν την φορολογική του κατοικία στην αλλοδαπή.

Πολλές είναι οι περιπτώσεις φυσικών προσώπων που μεταναστεύουν στο εξωτερικό, κυρίως για εργασιακούς λόγους, παραλείποντας να δηλώσουν την μεταφορά της φορολογικής τους κατοικίας στις ελληνικές φορολογικές αρχές.

Η παράλειψη αυτή έχει ως αποτέλεσμα τα πρόσωπα αυτά να εξακολουθούν να θεωρούνται φορολογικοί κάτοικοι Ελλάδος, οι οποίοι φορολογούνται για το παγκόσμιο εισόδημα τους στην Ελλάδα (αρ. 3 Ν. 4172/2013) παρόλο που η κύρια κατοικία τους και το κέντρο των ζωτικών τους συμφερόντων βρίσκεται πλέον στην αλλοδαπή.

Αυτό πρακτικά μπορεί να οδηγήσει σε γραφειοκρατικά προβλήματα με τις αλλοδαπές και τις ελληνικές φορολογικές αρχές και να κοστίσει χρήματα που θα μπορούσαν να έχουν αποφευχθεί. Συγκεκριμένα, σε περίπτωση ελέγχου από τις αλλοδαπές φορολογικές αρχές, το φυσικό πρόσωπο ενδέχεται να χαρακτηριστεί ως φορολογικός κάτοικος αλλοδαπής, επισύροντάς του τις κυρώσεις που ενδεχομένως προβλέπονται στην αλλοδαπή νομοθεσία. Από την άλλη, ο φορολογούμενος προκειμένου να αποφύγει την διπλή φορολόγηση του εισοδήματος του θα πρέπει να προσκομίσει στις ελληνικές φορολογικές αρχές τα δικαιολογητικά που προβλέπονται στην ΠΟΛ 1026/2014, ούτως ώστε να συμψηφίσει ή να απαλλαγεί από το φόρο (ανάλογα αν υπάρχει ή όχι Σύμβαση Αποφυγής Διπλής Φορολογίας) που θα καλούνταν να καταβάλλει στην Ελλάδα για τα ίδια εισοδήματα.

Το πρόβλημα γίνεται πιο περίπλοκο στην περίπτωση που ο φορολογούμενος δεν δηλώσει τα εισοδήματα αλλοδαπής στις φορολογικής του δηλώσεις προς τις ελληνικές φορολογικές αρχές. Σε αυτή την περίπτωση, ο φορολογούμενος ενδέχεται να βρεθεί αντιμέτωπος με τον κίνδυνο αδυναμίας κάλυψης των τεκμηρίων διαβίωσης και απόκτησης περιουσιακών στοιχείων καθώς δεν θα εμφανίζει εισοδήματα αρκετά για να καλύψει τα τεκμήρια π.χ. κατοικίας που διαθέτει ή θέλει να αποκτήσει στην Ελλάδα.